Ενα σκασμό πόντους φόρτωσε τα καλάθια Ρεάλ/Ολυμπιακού στα ματς που η μπάλα ζύγιζε τόνους.
Μερικά μακρινά σουτ, μερικές προσποιήσεις, κάμποσες διεισδύσεις και το μαδριλένικο τείχος κατέρρευσε, μια από τα ίδια έπαθαν οι λιμανίσιοι στο game 5.
Όταν μετά τα προσωπικά του σόου απευθυνόταν στην εξέδρα με το viral “ποιος”, ακουμπώντας με το δάχτυλό του το στήθος του -λέγοντας με τον τρόπο του πως “αυτός είναι ο Σλούκας” είχαμε πια την βεβαιότητα ότι επέστρεψε για τα καλά.
Όχι εκλιπαρώντας για χρόνο συμμετοχής, ούτε προσπαθώντας να δείξει πως είναι νο1 αλλά παίρνοντας την κατάσταση στα χέρια του χωρίς να κρύβεται από την ευθύνη.
Ήταν ωραίο να τον βλέπεις να πασάρει γρήγορα, να μαζεύει τη μπάλα και να επιταχύνει, να γυρνά για να την πάρει και να ανοίξει την επίθεση.
Ήταν ωραίο να ακούς τον αντίπαλο προπονητή να φωνάζει σε όλους τους παίκτες του ότι δεν πρέπει να τον χάσουν από τα μάτια τους.
Ήταν ωραίο να έχεις την βεβαιότητα ότι λογικά αυτός θα καθάριζε στα δύσκολα. Γιατί θα άνοιγε άμυνες, θα ομόρφαινε το παιχνίδι, θα γινόταν λόγος να θυμηθείς τι σημαίνει ωραίο μπάσκετ.
Η φετινή ομάδα ήταν κομμένη και ραμμένη στα μέτρα του: ο κάπτεν βρήκε σε αυτή συνεργάτες, εργάτες και πρωτομάστορες αλλά και κάτι σημαντικότερο: τον εαυτό του. Καιρός ήταν!