[ads]
Τριάντα χρόνια στο χώρο του ποδοσφαίρου έχει πολλές ιστορίες να διηγηθεί. Ο αθλητίατρος, Νίκος Τζουρούδης, μιλά στο Contra.gr και τον Δημήτρη Κριτή για τον Εσιέν, τον Πάουλο Σόουζα, τον Καραγκούνη, τον Ολισαντέμπε, τον Βαλβέρδε, τις… κλωτσιές του Κυράστα, τον Πίρλο, τον Μπάτζιο, τον Αλέφαντο, τη θητεία του στο εξωτερικό και το περίφημο Pao Lab που δεν έγινε ποτέ.
[ads]
Συμπληρώνοντας τριάντα χρόνια στον χώρο του ποδοσφαίρου, ο Νίκος Τζουρούδης, δεν διαπιστώνει την συνεπακόλουθη πρόοδο στην ελληνική νοοτροπία γύρω από τις ιατρικές ομάδες των συλλόγων. Το αντίθετο. “Κλαίει” με τους προϋπολογισμούς για το ιατρικό κομμάτι των ομάδων και εξακολουθεί να απορεί πώς επιτυχημένοι επιχειρηματίες-ιδιοκτήτες ομάδων αδυνατούν ακόμη και σήμερα να αντιληφθούν πόσο σημαντική είναι για την προστασία της επένδυσής τους η ιατρική ομάδα. Την ίδια ώρα που στο εξωτερικό οι ποδοσφαιριστές “φακελώνονται” καθημερινά και με κάθε λεπτομέρεια, στην Ελλάδα ψάχνουμε ακόμη χορηγούς και για τις αιματολογικές εξετάσεις. Μιλάγαμε για καμιά ώρα πριν ακόμη αρχίσει η συνέντευξη. Στο μεταξύ ήρθε και ο Μάρκος για τις φωτογραφίες. Συνήθως προτιμώ να ξετυλίγω το κουβάρι, δηλαδή με απόλυτη χρονολογική σειρά. Στη συγκεκριμένη κουβέντα σκέφτηκα να την ανοίξουμε και όπου πάει. Κι εκείνη πήγαινε, πήγαινε, πήγαινε…
Η αθλητιατρική είναι μία ειδικότητα που δεν υπάρχει στην Ελλάδα
“Η αθλητιατρική είναι μια ξεχωριστή ειδικότητα, που διαχειρίζεται συγκεκριμένες καταστάσεις και απαιτεί συγκεκριμένες γνώσεις. Μια ειδικότητα που δεν υπάρχει στην Ελλάδα, αν και έγιναν προσπάθειες στο παρελθόν να δημιουργηθεί το σχετικό τμήμα. Πιστεύω ότι πολιτικά παιχνίδια δεν το επέτρεψαν. Αυτή τη στιγμή, οι μεγαλύτεροι ευρωπαϊκοί σύλλογοι έχουν ως επικεφαλής της ιατρικής ομάδας αθλητίατρο, γιατί είναι ο επιστήμονας που παρακολουθεί διεξοδικά την καθημερινότητα του συλλόγου και έχει ως αντικείμενο τη διατήρηση της υγείας σε συνδυασμό με τη φυσική κατάσταση του αθλητή και τη βελτίωση των φυσικών παραμέτρων που συμβάλλουν στις επιδόσεις του.
Για παράδειγμα στην Αγγλία (Γουέστ Χαμ) ήμουν υπεύθυνος της ιατρικής ομάδας και είχα μαζί μου 11 συνεργάτες. Καθημερινά υπήρχε μία διάσκεψη στη διάρκεια της οποίας ορίζονταν οι κατευθύνσεις πάνω στις οποίες θα βάδιζε ο καθένας ξεχωριστά, για να έχουμε το επιθυμητό αποτέλεσμα. Το αποτέλεσμα αυτής της κουβέντας παραδιδόταν ως report στην προπονητική ομάδα ώστε να υπάρχει πλήρης γνώση, συνεννόηση και συντονισμός. Αντιλαμβάνεστε λοιπόν ότι ο επικεφαλής της ομάδας έχει κι έναν συντονιστικό ρόλο, που επίσης απαιτεί ειδικές γνώσεις και εμπειρία”.
– Στην Ελλάδα είμαστε ακόμη στο αρχέγονο πρότυπο του γιατρού, ως επί το πλείστον ορθοπεδικού, που έχει την ευθύνη για την διάγνωση, τη διαχείριση, την επέμβαση αν χρειαστεί και την αποκατάσταση και ακολούθως παραδίδει τον ποδοσφαιριστή ως “ιατρικά ΟΚ” στην προπονητική ομάδα για τα περαιτέρω…
“Στην Ελλάδα το πρόβλημα ξεκινάει από το γεγονός ότι στο ιατρικό κομμάτι θα πρέπει να ξοδέψουμε τα λιγότερα δυνατά χρήματα! Αν δεις τα μπάτζετ των ιατρικών ομάδων στις ελληνικές ομάδες και πολύ περισσότερο τα αντιπαραβάλλεις με των υπολοίπων τμημάτων, θα βάλεις τα κλάματα. Άλλος θα βρει έναν φίλο, άλλος θα προσλάβει έναν νεαρό που θέλει να φτιάξει όνομα μέσω της δημοσιότητας του ποδοσφαίρου και θα έχει έκτακτο συνεργάτη κάποιον καθηγητή χειρούργο για τις επεμβάσεις, οτιδήποτε δηλαδή μπορεί να… εξαφανίσει το κόστος.
Ο ορθοπεδικός είναι αυτός που θα μπορέσει να αξιολογήσει έναν τραυματισμό και θα προτείνει συγκεκριμένες λύσεις για την αποκατάσταση του τραύματος. Αυτό όμως είναι κάτι πολύ περιορισμένο. Γιατί για παράδειγμα, οι περισσότεροι ποδοσφαιριστές δεν επιθυμούν να χειρουργηθούν από τον γιατρό της ομάδας, έχουν δικούς τους γιατρούς που εμπιστεύονται ή επιλέγουν τον καθ’ ύλην διακεκριμένο καθηγητή (ανάλογα με τον τραυματισμό). Δεν μπορείς να τους επιβάλλεις, το ποιος θα τους χειρουργήσει. Το απαγορεύει η FIFA, που αναγνωρίζει πλήρη ελευθερία στον ποδοσφαιριστή στην επιλογή του γιατρού. Ο επικεφαλής ιατρός λοιπόν είναι εκείνος που θα συντονίσει την όλη επιχείρηση κατά τρόπο τέτοιο που και ο ποδοσφαιριστής θα αισθάνεται κατοχυρωμένος, αλλά και θα εξασφαλίζεται η ομάδα σε ό,τι αφορά στο κεφάλαιο, το περιουσιακό της στοιχείο που είναι ο αθλητής.
Μετά την χειρουργική αποκατάσταση του τραυματισμού, θα πρέπει κάποιος να διασφαλίσει και να εργαστεί για την αποκατάσταση της απόδοσης. Ο ποδοσφαιριστής πρέπει να γυρίσει και να παίξει μπάλα και να παίξει καλά. Ποιος είναι αυτός που θα οργανώσει, θα συντονίσει και θα διαχειριστεί την αποκατάσταση της απόδοσης ενός ποδοσφαιριστή; Όχι πάντως ο ορθοπεδικός. Ο ορθοπεδικός είναι ένας απαραίτητος συνεργάτης για μία ομάδα και μην ξεχνάμε πλέον ότι υπάρχουν ορθοπεδικοί με συγκεκριμένη εξειδίκευση σε συγκεκριμένα σημεία του σώματος, άλλος στην ποδοκνημική, άλλος στο γόνατο, άλλος στο ισχίο. Και η λογική λέει ότι θα απευθυνθείς στον κατά περίσταση ειδικό, ώστε με τις μεγαλύτερες δυνατές εγγυήσεις να εξασφαλίσεις τη χειρουργική αποκατάσταση. Θα ακολουθήσει η αποκατάσταση της απόδοσης του ποδοσφαιριστή, ώστε να επιστρέψει το συντομότερο στα προ του τραυματισμού του επίπεδα.
Κι ας πάμε σε ένα άλλο κεφάλαιο. Διεθνώς διεξάγεται πολλή κουβέντα για τους πολύ συχνούς μυϊκούς τραυματισμούς που ταλαιπωρούν ποδοσφαιριστές και συλλόγους και υπάρχει μία ανοικτή συζήτηση για το πως θα διαμορφωθούν οι συνθήκες πρόληψης αυτών των τραυματισμών. Ποιος είναι αυτός που θα αξιολογεί καθημερινά την κατάσταση του κάθε ποδοσφαιριστή και θα προτείνει συγκεκριμένους τρόπους διαχείρισής του; Γιατί ο καθένας ποδοσφαιριστής θέλει το δικό του κοστουμάκι”.
– Μια στιγμή. Ένας σχολαστικός αθλητίατρος δεν μπορεί έτσι να αποσυντονίσει τη λειτουργία ενός ποδοσφαιρικού τμήματος και να δυσχεράνει την προπονητική δουλειά;
“Όχι. Ο προπονητής παίρνει τους ποδοσφαιριστές και τους χρησιμοποιεί περί τα 90-120 λεπτά. Αυτή είναι η προπόνηση του ποδοσφαιριστή. Εκεί όμως δεν τελειώνει η δουλειά του ποδοσφαιριστή. Αν αφιερώσεις χρόνο και του περάσεις τα απαραίτητα μηνύματα, ο ποδοσφαιριστής πλέον είναι και έξυπνος και καλύτερα ενημερωμένος σε σχέση με το παρελθόν, ώστε να γνωρίζει ποια πράγματα μπορούν να λειτουργήσουν υπέρ του και να βοηθήσουν την εξέλιξη της καριέρας του και θα διαθέσει τον απαιτούμενο χρόνο για να κερδίσει. Καλοδέχεται την έξτρα βοήθεια, γιατί καταλαβαίνει ότι κοινός σκοπός είναι η διατήρηση της υγείας του και η περαιτέρω βελτίωση της απόδοσής του”.
Ο Πίρλο, ο Μπάτζιο και οι ειδικές καταστάσεις
– Άρα λοιπόν, μιλάμε για έξτρα βοήθεια και όχι παρέμβαση στο έργο του προπονητή, δηλαδή να του ζητηθεί διαφορετική μεταχείριση ενός ποδοσφαιριστή, επειδή παράλληλα τρέχει ένα έξτρα πρόγραμμα…
“Ποδοσφαιριστής με συγκεκριμένα προβλήματα έχει (και πρέπει να έχει) ούτως ή άλλως διαφορετική διαχείριση στο κομμάτι της προπόνησης. Να σας δώσω ένα παράδειγμα. Ο Ρομπέρτο Μπάτζιο έδωσε πριν από περίπου ένα μήνα μία συνέντευξη σε ιταλική εφημερίδα, όπου έλεγε τι… τραβούσε όταν ήταν ποδοσφαιριστής. Κι επειδή είχα την τύχη να συνεργαστώ μαζί του στην Μπρέσια, μπορώ να το επιβεβαιώσω.
Όταν έχεις έναν ποδοσφαιριστή όπως ο Ρομπέρτο Μπάτζιο, πρέπει να πάρεις ό,τι καλύτερο μπορείς από το τεράστιο αυτό ταλέντο, αλλά με τη διαχείριση που θα σου επιτρέψει να το πάρεις, με τη μεγαλύτερη δυνατή ασφάλεια. Μιλάμε τώρα για ειδικές καταστάσεις, όχι όταν ήταν δεκαοκτώ χρονών. Ο Μπάτζιο μετά τα παιχνίδια είχε δύο μέρες ανάπαυσης, Δευτέρα και Τρίτη. Την Τετάρτη είχε ειδική προπόνηση μαζί μου, Πέμπτη, Παρασκευή και Σάββατο ήταν στο πρόγραμμα της ομάδας και Κυριακή έπαιζε. Και ποτέ κανείς συμπαίκτης του δεν διαμαρτυρήθηκε ψιθυριστά ή φωναχτά, γιατί ήξεραν ότι την Κυριακή θα ήταν αυτός που θα τους βοηθούσε να κερδίσουν ένα παιχνίδι.
Όταν ήρθε ο Πίρλο στην ομάδα μας, το 1999-2000 δανεικός από την Ίντερ, που έπαιζε στην ίδια θέση, το πρόβλημα ήταν ότι έπρεπε να βρεθεί μία θέση και γι αυτόν. Και ο τότε προπονητής ο Ματσόνε τον έβαλε στη θέση που αγωνίζεται μέχρι σήμερα και διακρίνεται, αυτή του αμυντικού χαφ. Γιατί; Γιατί δεν διανοήθηκε να μην διατηρήσει τον Μπάτζιο στη θέση του. Υπάρχει στο διαδίκτυο, αναζητήστε το, ένα καταπληκτικό γκολ που έχουν πετύχει οι δυο τους κόντρα στη Γιουβέντους. Ήταν ένας αγώνας κυπέλλου αν θυμάμαι καλά, ο Πίρλο παίρνει τη μπάλα λίγο έξω από τη μεγάλη μας περιοχή και μετά από πέντε-έξι βήματα βγάζει μία από τις γνωστές βαθιές μπαλιές του για τον Ρομπέρτο. Εκείνος κοιτάζει μια φορά τη μπάλα, μια φορά τον Φαν ντε Σααρ, με το κοντρόλ τον ξεπερνά και σημειώνει ένα γκολ που για μένα αποτελεί ανθολογία του ποδοσφαίρου. Και μιλάμε για τον εύθραυστο Μπάτζιο, για τον οποίο υπήρχαν δεκάδες ενστάσεις ως προς τη δυνατότητά του να προσφέρει σε υψηλό επίπεδο από ένα σημείο και μετά.
Υπήρχαν δίπλα του παιδιά, όπως τα αδέρφια Φιλιπίνι που έτρεχαν και για τον Μπάτζιο, γιατί ήξεραν ότι έτσι θα συμβάλλουν από την πλευρά τους ώστε να τους προσφέρει όσα ξεχωριστά μπορούσε. Η διαχείριση του ποδοσφαιριστή στο σύγχρονο ποδόσφαιρο είναι το σημαντικότερο κεφάλαιο, που θα έπρεπε να διδάσκεται στις σχολές και τα σεμινάρια προπονητικής. Όταν μάλιστα μιλάμε πλέον για πολυεθνικές ομάδες, με παίκτες από κάθε άκρη του κόσμου, θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι ο καθένας τους έχει διαφορετική παιδεία, βιώματα και ανάγκες”.
– Αυτό βεβαίως απαιτεί ένα τιμ πολύ αρμονικά δεμένο, με κοινό προσανατολισμό. Γιατί υπάρχουν και οι προπονητές που όσο καλοί κι αν είναι δεν κρύβουν κάποιους δογματισμούς του στιλ “αυτός είναι ο δρόμος, αν θες να τον ακολουθήσεις είσαι μαζί μου, αν δεν θες θέτεις εαυτόν εκτός ομάδας” και κάπως έτσι τελειώνει η σεμνή τελετή αφομοίωσης του ποδοσφαιριστή…
“Αυτό είναι θέμα του κάθε συλλόγου. Το ποδόσφαιρο είναι επιχείρηση, το ποδόσφαιρο μπορεί να φέρει κέρδος και η κάθε εταιρία θα πρέπει να διασφαλίσει ότι έχει εκείνους τους ανθρώπους που είναι ικανοί να φέρουν κέρδος. Επιπλέον δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε ότι το ποδόσφαιρο παράγει συναίσθημα, οπότε η σωστή διαχείριση του ποδοσφαιριστή θα βοηθήσει στην παραγωγή μεγαλύτερου όγκου συναισθήματος, πολύ απλά δηλαδή αν είναι ευτυχισμένος θα το δείχνει σε κάθε εκδήλωσή του και στην απόδοσή του”.
– Και ο κόσμος απαιτεί να εισπράττει συναίσθημα και να βλέπει κατάθεση ψυχής, γιατί αρνείται να συμβιβαστεί με την ψυχρή λογική μιας εταιρίας. Για παράδειγμα πόση κουβέντα γίνεται φέτος, για τον ξενερωμένο Μπεργκ…
“Δεν ξέρω για τον Μπεργκ και δεν θέλω να μιλήσω για τον Μπεργκ και τον Παναθηναϊκό, γιατί υπάρχουν κάποια θέματα ανοικτά από την τελευταία συνεργασία και προτιμώ να μην μιλήσω. Μπορώ όμως να σας πω για την ίδια ομάδα, στην προηγούμενη συνεργασία μου. Είχαμε ταξίδι και παιχνίδι στη Θεσσαλονίκη και παραμονή της αναχώρησης, ο γιος του Ρενέ Χένρικσεν ανέβασε ασυνήθιστα πολύ υψηλό πυρετό. Ζήτησα από την ομάδα να μην ταξιδέψω μαζί τους και πήγα μαζί με τη σύζυγό του στο νοσοκομείο. Αξιολογήθηκε η κατάστασή του, παρέμεινε υπό παρακολούθηση και μόλις παρουσιάστηκε βελτίωση και άρχισε να υποχωρεί ο πυρετός του Νίκολας, πήρα το πρώτο αεροπλάνο για τη Θεσσαλονίκη. Γιατί έγινε αυτό; Γιατί με ενδιέφερε ο Ρενέ να αισθάνεται ήσυχος την ώρα που λόγω επαγγελματικής υποχρέωσης βρίσκεται μακριά από το άρρωστο παιδί του και να είναι αφοσιωμένος στη δουλειά του. Είμαστε κι εμείς γονείς και ξέρουμε. Όταν είδαν την ευγνωμοσύνη στο πρόσωπο αυτού του γλυκύτατου παιδιού, όπως ήταν ο Ρενέ, μόλις έφτασα στη Θεσσαλονίκη (τον είχα ενημερώσει νωρίτερα αναλυτικά), αλλά και την ηρεμία του και τη συγκέντρωσή του την ίδια ημέρα στο γήπεδο, κατάλαβαν όλοι ότι είχα κάνει το σωστό. Κι ένα άλλο παράδειγμα, λίγο αργότερα. Τον θυμάσαι τον Λουτσιάν Σανμαρτεάν;”
– Και ποιος τον έχει ξεχάσει;
“Εκπληκτικό ταλέντο, αλλά με τεράστια προβλήματα, όχι μόνο σωματικά. Είχε πολλά προβλήματα και με τον πατέρα του, που είχε πολύ συχνή ανάγκη αιμοκαθάρσεων, που πολύ δύσκολα μπορούσε να ικανοποιηθεί στη Ρουμανία. Συζήτησα με τον Ζάετς, ενημέρωσε αμέσως τον Γιάννη Βαρδινογιάννη και με διαδικασίες εξπρές, έφεραν τον πατέρα στην Αθήνα και ρύθμισαν όλες τις λεπτομέρειες, αναλαμβάνοντας και όλο το κόστος για ιδιωτική ιατρική παρακολούθηση. Πίστεψέ με, ήταν η εποχή που ο Παναθηναϊκός πήρε ό,τι καλύτερο μπορούσε από τον ποδοσφαιριστή, που πραγματικά έκανε τότε κάποια πράγματα και παιχνίδια δύσκολο να ξεχαστούν.
Ο ποδοσφαιριστής δεν είναι ρομπότ. Δεν είναι “σε πληρώνω, θα το κάνεις”. Πρέπει να του βγαίνει, να το κάνει. Πρέπει να τον κάνεις, να του βγαίνει να το κάνει. Έρχεται από την άλλη άκρη του κόσμου και θα πρέπει η ομάδα να τον κάνει να νιώσει και πάλι ασφάλεια στον νέο τόπο και να επανέλθει το συντομότερο η κανονικότητα στην καθημερινότητά του. Με το σχολείο των παιδιών του, την ιατρική φροντίδα, τα πάντα. ΚΙ όταν τα νιώσει όλα αυτά θα στα ξεπληρώσει.
Τελευταίο παράδειγμα, γιατί σας κούρασα. Οι ποδοσφαιριστές της Ρεάλ Μαδρίτης ζήτησαν την απομάκρυνση του γιατρού της ομάδας, γιατί τον θεωρούν -λέει- ρουφιάνο! Δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα από το να μην σε εμπιστεύεται ο ποδοσφαιριστής, είτε γιατί θεωρεί ότι τα μεταφέρεις στον Τύπο, είτε μεταφέρεις ιδιωτικές σας συζητήσεις και εκμυστηρεύσεις τους στον πρόεδρο ή τον προπονητή”.
– Συγγνώμη, δηλαδή θα αφήσεις τον πρόεδρο και τον προπονητή στο… σκοτάδι για ένα πρόβλημα; Δεν θα είναι ενήμεροι για την κατάσταση του περιουσιακού στοιχείου του συλλόγου, για να αποθεωθεί το… ιατρικό απόρρητο;
“Άλλο η κατάσταση και άλλο τα προσωπικά προβλήματα του κάθε ποδοσφαιριστή”.
– Μα επηρεάζουν το ένα το άλλο…
“Εναπόκειται σε σένα να πάψουν να επηρεάζουν”.
– Εντάξει, αυτό είναι καλό για σένα που πρέπει να τον διαχειριστείς. Εδώ όμως ελλοχεύει ο κίνδυνος να γίνεις “ο φίλος των παιδιών” σε βάρος των συμφερόντων του συλλόγου που υπηρετείς;
“Ίσως στη αρχή της καριέρας μου, να υπήρξαν περιπτώσεις που λειτούργησα μεροληπτικά. Μπορεί. Μπορεί στην προσπάθειά μου να τον έχω ικανοποιημένο, αλλά όχι σε βαθμό να χαθεί ο έλεγχος. Είμαι τριάντα χρόνια στο ποδόσφαιρο. Μετά η γνώση και η εμπειρία δεν σε αφήνει να κάνεις λάθος. Κι ας εντείνεις τις προσπάθειές σου στη διαχείριση του έμψυχου υλικού”.
– Η δυσκολότερη συνεργασία ως έργο που ανέλαβες;
“Όταν με φώναξαν στην Γουέστ Χαμ, με καλεί ο πρόεδρος και μου λέει: “Έχω δώδεκα τραυματίες. Τέσσερις από αυτούς, τους αγόρασα την προηγούμενη χρονιά και μου κόστισαν πολλά εκατομμύρια λίρες. Δεν έπαιξαν ποτέ μαζί. Αυτό που θέλω από σένα δεν είναι να αποδώσει ο ποδοσφαιριστής τα χρήματα που μας κοστίζει, αλλά να είναι στη διάθεση του προπονητή για να το κάνει”.
Ο Γκρεγκ Μπέλαμι, που την προηγούμενη χρονιά είχε κάνει τρία παιχνίδια και κόστιζε 60.000 λίρες την εβδομάδα, ήταν ένα τεράστιο απολεσθέν κεφάλαιο για την ομάδα. Στη χρονιά μας έπαιξε σχεδόν όλα τα παιχνίδια μέχρι τον Ιανουάριο, οπότε και πωλήθηκε στην Μάντσεστερ Σίτι αντί 14,5 εκατ. ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι η εταιρία κέρδισε.
Όταν έχεις έναν ποδοσφαιριστή που είναι εκτός 18 μήνες και τον βάζεις στο χορτάρι, έχει ωφεληθεί η εταιρία. Όταν έχεις έναν ποδοσφαιριστή για τον οποίο εκτιμάς ότι πλέον δεν μπορεί να σου αποδώσει, αλλά δημιουργείς τις συνθήκες ώστε να καταφέρει να αποδώσει κάποια πράγματα αν όχι για σένα, τουλάχιστον για μία ομάδα που θα τον θελήσει ως δανεικό, τότε η εταιρία έχει ωφεληθεί, κάποιος άλλος τον πληρώνει πλέον. Γι’ αυτό τον λόγο, αν και δέχθηκα να προηγηθεί ένα δοκιμαστικό τρίμηνο στη συνεργασία μας, ακολούθως υπέγραψα συμβόλαιο και μετά το ανανεώσαμε κιόλας”.
Η ειλικρίνεια και η αξιοπρέπεια του Βαλβέρδε
– Πόσο συχνά αναλαμβάνεις ρίσκα της τάξης του 50-50, ως προς το ενδεχόμενο μιας υποτροπής για έναν ποδοσφαιριστή που πρέπει να παίξει;
“Όσο μου το επιτρέπει η κλινική εικόνα κι εφ όσον βέβαια υπάρχει η σύμφωνη γνώμη του ποδοσφαιριστή. Τα πάντα συζητιούνται. Κι όταν υπάρχουν άνθρωποι που γνωρίζουν το αντικείμενο της δουλειάς τους και οι σχέσεις τους διέπονται από σεβασμό, τα πράγματα γίνονται ευκολότερα. Πάλι ένα παράδειγμα. Υπάρχουν τεράστιοι άνθρωποι και πραγματικά χαίρεσαι που τους γνώρισες και είχε την ευκαιρία να συνεργαστείς μαζί τους.
Ένας από αυτούς είναι ο Ερνέστο Βαλβέρδε. Είμαστε στον Ολυμπιακό και είχαμε ένα πρόβλημα με τον Ουρτάδο. Με καλεί και μου λέει “Νίκο, τι γίνεται με τον παίκτη, Τον χρειάζομαι”. Του απαντώ “μόνο με ένεση μπορεί να παίξει, αλλά μπορεί να του χειροτερεύσει την κατάσταση. Είχε ένα οστικό οίδημα”. Μου λέει “τότε πρέπει να μιλήσουμε με τον παίκτη”. Τον φωνάζουμε, του εξηγούμε πως έχουν τα πράγματα και δέχεται να κάνει ένεση, ήθελε κι εκείνος να παίξει. Κάνουμε την ένεση, παίζει και μετά μένει εκτός δράσης για είκοσι μέρες.
Ο Ερνέστο Βαλβέρδε βγαίνει στη συνέντευξη τύπου και λέει “εγώ είπα στον γιατρό και στον παίκτη να κάνουμε την ένεση”. Για εκείνον ήταν θέμα ειλικρίνειας και αξιοπρέπειας. Για μένα αρκούσε το γεγονός ότι είχα ενημερώσει προπονητή και παίκτη, είχα εξηγήσει τα υπέρ και τα κατά και υπήρξε μία συναπόφαση. Με αυτούς συνεργάζομαι. Βέβαια όταν καταλαβαίνεις ότι έχεις απέναντί σου ανθρώπους τίμιους με παντελόνια, που δεν θα σε πουλήσουν στην πρώτη στραβή, τότε πιο ευχάριστα συνεργάζεσαι και παίρνεις και τα όποια ρίσκα σου επιτρέπονται”.
– Σίγουρα θα υπάρχουν και επιτυχημένα ρίσκα…
“Ναι, αλλά δεν τα θυμάσαι. Οτιδήποτε λειτούργησε θετικά, έκανε τη δουλειά του, ανακουφίζεσαι και την επομένη πας παρακάτω. Για μένα το παράσημο μετά από τόσα χρόνια ενασχόλησης σ’ έναν απαιτητικό κόσμο όπως είναι αυτός του ποδοσφαίρου, είναι το γεγονός ότι όλα τα τελευταία χρόνια δεν έχω υποτροπές σε μυϊκούς τραυματισμούς. Αυτό είναι το πιο όμορφο πράγμα. Και αυτό προσπαθώ να εξηγήσω στις προπονητικές ομάδες με τις οποίες συνεργάζομαι, ιδιαίτερα στο στάδιο που τους παραδίδω τον ποδοσφαιριστή έτοιμο να αγωνιστεί”.
– Καλά αυτό το “ιατρικά έτοιμος” είναι ένα πολύ λεπτό ζήτημα. Τι σημαίνει ιατρικά ΟΚ; Τι σημαίνει σε μία ομάδα που έχει αθλητίατρο και τι σημαίνει σε μία ομάδα όπως είναι σχεδόν το σύνολο των ελληνικών, που ο γιατρός δεν κάνει αποκατάσταση απόδοσης, αλλά παραδίδει τον ποδοσφαιριστή στον γυμναστή και θα πρέπει εκείνος να μεριμνήσει για τα υπόλοιπα; Αν δηλαδή ο γιατρός, ο φυσιοθεραπευτής παραδώσει τον παίκτη στον γυμναστή κι εκείνος πλακώσει από τις πρώτες ημέρες γυμναστήριο, ταχυδύναμη, εκρηκτικότητα και τον “τεντώσει”, σε ενδεχόμενη υποτροπή ποιος φταίει;
“Κοιτάξτε, όταν εγώ λέω “ιατρικά έτοιμος”, σημαίνει ότι ο παίκτης κάνει φουλ σπριντ, με αλλαγές κατεύθυνσης σε υψηλές ταχύτητες, κάνει σέντρα και σουτ με μεγάλη ταχύτητα και δύναμη και όλα αυτά τουλάχιστον στο 70% ενός ενενηντάλεπτου. Αυτό που είπες περί κακής επικοινωνίας μεταξύ ιατρικής και προπονητικής ομάδας, είναι θέμα διαλόγου. Επαναλαμβάνω διαλόγου, δηλαδή αμφίδρομης διαδικασίας. Αν είναι προς τη μία μόνο κατεύθυνση, δεν είναι διάλογος, είναι ενημέρωση. Κι αν αρχίσουν τα προβλήματα, πίστεψέ με ότι το τελευταίο που σ’ ενδιαφέρει είναι εάν σήμερα το φταίξιμο θα πέσει στην ιατρική ομάδα και αύριο στην προπονητική. Το θέμα είναι ότι ο ποδοσφαιριστής έχασε την εμπιστοσύνη του στους διαχειριστές της ομάδας.
Γι αυτό και είπα στην αρχή για τη στελέχωση της ιατρικής ομάδας. Δεν μπορεί ο πρόεδρος ή ο κάθε παράγοντας να σου υποδείξει τα μέλη της ομάδας σου, για τα οποία θα πάρεις εσύ την ευθύνη. Το καταλαβαίνεις; Από κει και πέρα είναι θέμα του επικεφαλής της ιατρικής ομάδας να ασκεί εξουσία, ώστε να αναλαμβάνει και την ευθύνη. Και στο εσωτερικό της ομάδας, αλλά και στη σχέση της με τα υπόλοιπα τιμ της ομάδας.
Κι αυτό δεν σημαίνει ότι εργαζόμενος στο εξωτερικό θα κουβαλήσεις κατ’ ανάγκην ένα ολόκληρο staff μαζί σου. Δες τον Καπέλο. Όταν ανέλαβε την εθνική ομάδα της Αγγλίας, ζήτησε έναν μόνιμο γιατρό και μια ομάδα φυσιοθεραπευτών για την εθνική. Τότε ο Έρικσον είχε φέρει έναν δικό του γιατρό από τη Σουηδία. Ο Καπέλο έκανε μία έρευνα στην αγγλική αγορά και πήγε και πήρε τον καλύτερο, γιατρό της Άρσεναλ τότε, όπως και φυσιοθεραπευτές από τους top του είδους”.
– Ποιο είναι το πρώτο πράγμα που κάνεις όταν πηγαίνεις σε μία ομάδα;
“Να δημιουργήσω πλήρεις φακέλους με το προφίλ του κάθε ποδοσφαιριστή. Από τις προηγούμενες ομάδες του, τους τραυματισμούς που τον έχουν ταλαιπωρήσει και ιδιαίτερες ανάγκες του. Είναι απαραίτητο να γνωρίζεις τις ευπάθειες ενός ποδοσφαιριστή για να μπορέσεις να ράψεις ένα κοστουμάκι στα μέτρα του. Να κατανοήσεις την πηγή του προβλήματος, για να μπορέσεις να δουλέψεις προς την κατεύθυνση πρόληψης. Να ξέρεις και τα αδύνατα σημεία του.
Στο παρελθόν είχα έναν ποδοσφαιριστή, από τα σπάνια ταλέντα. Είχε όμως ένα ελάττωμα, έπινε πολύ. Υπήρχαν φορές που μου τηλεφωνούσε η σύζυγός του, ότι δεν είχε γυρίσει σπίτι. Του τηλεφωνούσα. Πάντα το σήκωνε σε μένα. Μου είχε εμπιστοσύνη και ήξερε ότι ήμουν εκεί για να τον βοηθήσω. Το παλέψαμε και το πολεμήσαμε σε μεγάλο βαθμό. Έναν χρόνο αφού είχα αποχωρήσει από την ομάδα συνελήφθη μεθυσμένος, ευτυχώς χωρίς να προκαλέσει κάποιο ατύχημα. Αλλά του πήραν άδεια οδήγησης και εκτέθηκε δημοσίως. Στεναχωρήθηκα πολύ.
Περνάς πολλές ώρες με τον ποδοσφαιριστή και δένεσαι, θέλοντας και μη. Βλεπόμαστε περισσότερο κι απ’ όσο βλέπουμε τις οικογένειές μας. Μετά από χρόνια, ποδοσφαιριστές με τους οποίους συνεργάστηκα, έχουν γίνει πλέον προπονητές και με φωνάζουν να τους βοηθήσω και να συνεργαστούμε. Δεν υπάρχει πιο όμορφο πράγμα από το να εισπράττεις την αναγνώριση”.
Ο Εσιέν, ο φάκελος και τα προσωπικά δεδομένα
– Ο γιατρός παρεμβαίνει στον μεταγραφικό σχεδιασμό μιας ομάδας;
“Τον περασμένο μήνα μου ζήτησαν να γράψω ένα άρθρο -οι Ιταλοί φυσικά- με το συγκεκριμένο θέμα. Όταν ο γιατρός έχει τη γνώση και την εμπειρία να αξιολογήσει στα κομμάτια που άπτονται της επιστήμης του μία επένδυση, τότε έχει λόγο ή μάλλον πιο σωστά, πρέπει να έχει λόγο. Για να προστατεύσει την εταιρία και να αναλάβει και μέρος της ευθύνης για την κάθε επιλογή.
Είναι όπως με την αγορά ενός αυτοκινήτου. Εάν πάρεις ένα φθηνό αυτοκίνητο, δεν σε νοιάζει. Άντε να το πας στον κυρ Κώστα τον μηχανικό της γειτονιάς, να ζητήσεις τη γνώμη του. Εάν όμως αγοράσεις μία Ferrari, θα την πας πάλι στον κυρ Κώστα ή στο εξειδικευμένο δίκτυο αντιπροσώπων; Έτσι είναι και η αγορά ενός μεγάλου, αλλά και φθαρμένου ποδοσφαιριστή”.
– Σαν να λέμε Εσιέν…
“Άλλο θέμα. Δεν μιλάω για τον σύγχρονο Παναθηναϊκό”.
– Υπάρχουν πληροφορίες που λένε ότι τον είχατε “κόψει” πριν από ενάμιση χρόνο, όταν είχε προταθεί στην Αλ Αΐν των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων όπου εργαζόσουν τότε…
“Άλλο θέμα. Γι αυτά θα μιλήσουμε αν και όταν πρέπει”.
– Πες μου κάτι, επειδή ειπώθηκε ότι ο Παναθηναϊκός είχε στα χέρια του πλήρη φάκελο από το Milan Lab και γνώριζε κάθε πτυχή των προβλημάτων που αντιμετώπιζε…
“Ο ιατρικός φάκελος ενός ποδοσφαιριστή είναι προσωπικά δεδομένα και δεν περιφέρεται από χέρια σε χέρια. Στην Ιταλία, οι ομάδες είναι υποχρεωμένες μετά το πέρας της συνεργασίας τους με έναν ποδοσφαιριστή, να στείλουν τον φάκελό του στα γραφεία της ιταλικής ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας και από κει θα τον παραλάβει ο επόμενος σύλλογος, αλλά αφού προηγουμένως υπογράψουν συμβόλαιο. Ποτέ νωρίτερα. Μπορεί να είχαν τις πληροφορίες που χρειάζονταν, αλλά τον φάκελο δεν νομίζω”.
– Είσαι της λογικής “ω, ρε που να μπλέκουμε τώρα με αυτό το σαπάκι” ή αντιμετωπίζεις τις περιπτώσεις ταλαιπωρημένων ποδοσφαιριστών ως προσωπικά στοιχήματα και προκλήσεις;
“Κάθε περίπτωση είναι διαφορετική. Εγώ είμαι υποχρεωμένος να συλλέξω όλα τα απαραίτητα στοιχεία, να ελέγξω τις εξετάσεις του ποδοσφαιριστή, να παραθέσω τα υπέρ και τα κατά και να αποφασίσει πλήρως ενημερωμένος αυτός που βάζει τα λεφτά. Αν μου πει “ξέρεις κάτι, θα τον πάρω όπως και να ‘χει και κάνε ό,τι πρέπει για να πάρουμε το καλύτερο που μπορούμε”, θα κάνω τη δουλειά μου, όσο μπορώ καλύτερα. Αλλά θα τον έχω ενημερώσει και δεν θα πέσει από κανένα συννεφάκι όταν αντικρίσει κατάματα την αλήθεια.
Κάποια στιγμή ο Κοριόνι στην Μπρέσια έφερε πίσω τον Ραντουτσόιου και μετά τον Τζιοβάνι Στρόπα. Ή με τον Πάουλο Σόουζα στον Παναθηναϊκό. Ή με τον Ντάνι Γκάμπιντον στη Γουέστ Χαμ. Διαχειρίστηκα παίκτες με συγκεκριμένα προβλήματα και όχι μικρά.
Θυμάμαι με τον Γκάμπιντον ήταν το μεγάλο μου στοίχημα με τον τεχνικό μου διευθυντή. Δεκαοκτώ μήνες ήταν έξω και μου λέει ο διευθυντής “πόσα παιχνίδια θα παίξει;”. Του απαντώ “δεν ξέρω σε πόσα θα παίξει. Αυτό δεν είναι δικό μου θέμα, εγώ θα σου πω σε πόσα θα είναι διαθέσιμος. Θα είναι διαθέσιμος σε 25 παιχνίδια”. Ο Ντάνι Γκάμπιντον ήταν διαθέσιμος σε 29 παιχνίδια να παίξει. Πήρε μεταγραφή στην Κρίσταλ Πάλας και συνέχισε να παίζει. Αυτή είναι η πρόκληση και αυτή είναι η χαρά μας.
Ο γιατρός μιας ομάδας δεν δουλεύει για την πάρτη του, ούτε περιμένει από την ομάδα να του αυγατίσει τους πελάτες στο ιατρείο του. Την πρώτη φορά που ήρθα στον Παναθηναϊκό, ο τότε ιδιοκτήτης, ο Γιάννης Βαρδινογιάννης, μου ζήτησε να ασχοληθώ full time με την ομάδα. Και ο τότε πρόεδρος ο Άγγελος Φιλιππίδης. Και το δέχτηκα, γιατί είδα ότι παντρεύτηκαν τη φιλοσοφία μου, για το τι σημαίνει ένας γιατρός για τη διαχείριση μιας ποδοσφαιρικής ομάδας. Και όπως θα θυμάσαι είχαμε συνολικά υπέροχα αποτελέσματα”.
Γύρισα μετά από δέκα χρόνια και δεν βρήκα ούτε ένα νέο μηχάνημα!
– Ναι, αλλά μας είχες τάξει κι ένα Pao Lab και δεν το έκανες ποτέ…
“Αυτά είναι άλλα θέματα που δεν εξαρτώνται μόνο από έναν άνθρωπο. Αυτό λες; Εδώ επέστρεψα μετά από δέκα τόσα χρόνια και δεν βρήκα ούτε ένα νέο μηχάνημα από αυτά που άφησα φεύγοντας τότε. Δεν είναι τραγικό;”
– Εγώ όμως θέλω να γυρίσουμε στο όνομα που ανέφερες προηγουμένως. Πάουλο Σόουζα. Τεράστιος παίκτης, αλλά διόλου εύκολη περίπτωση, φαντάζομαι…
“Ο Πάουλο Σόουζα δεν ήταν απλά ένας χαρισματικός ποδοσφαιριστής, αλλά και μία τεράστια προσωπικότητα από την οποία ο Παναθηναϊκός κέρδισε πολλά περισσότερα και απ’ ότι στο αγωνιστικό κομμάτι. Ρωτήστε μετά από τόσα χρόνια και τους τότε συμπαίκτες του και θα το καταλάβετε εύκολα.
Εγώ τον βρήκα στον Πάουλο στον Παναθηναϊκό σε επίπεδο συνεργασίας, αλλά τον είχα δει νωρίτερα ενώ ακόμη βρισκόμουν στην Ιταλία. Μου τον έστειλαν εκεί, πριν ακόμη ολοκληρώσω τη συνεργασία μου με την Μπρέσια και έρθω στον Παναθηναϊκό. Και τότε ο Σόουζα άρχισε να δουλεύει μ’ έναν φυσιοθεραπευτή στο Μιλάνο, ο οποίος ήταν της εμπιστοσύνης μου. Ήταν ένας συνειδητοποιημένος εργάτης γι αυτό που είχε και αυτά που έπρεπε να κάνει για να αποδώσει το καλύτερο δυνατό.
Ήταν 100% επαγγελματίας, που θα δούλευε και δύο φορές την ημέρα προκειμένου να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις. Και μην ξεχνάμε ότι όταν τα πράγματα έφτασαν στο “μη παρέκει” που λέμε, αυτός ήταν που πρότεινε να σπάσουν το συμβόλαιό του”.
– Οπότε φαντάζομαι έχεις ενημερώσει τον Παναθηναϊκό για τα ευρήματα τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο παίκτης, τις ευπάθειες κλπ
“Ναι, ήταν ενήμεροι. Είχα ενημερώσει με αναλυτική έκθεση για όσα θα βρούμε μπροστά μας, τα υπέρ και και τα κατά. Είμαι πάντα υπέρ του γραπτού, γιατί ό,τι γράφει, δεν ξεγράφει…”
– Ναι, αλλά εξαρτάται και πού κατατίθεται. Γιατί για παράδειγμα θα μπορούσε ο αποδέκτης να το αρνηθεί στο μέλλον, εάν δεν τον συνέφερε…
“Ε, εντάξει, τώρα υπάρχουν και τα e-mails. Υπάρχουν αποδείξεις. Σημασία έχει να κάνεις σωστά τη δουλειά σου. Και βέβαια όταν το πρόβλημα είναι σύνθετο, να μην διστάσεις να επισκεφτείς μαζί του τους καθ’ ύλην εξειδικευμένους επιστήμονες, ώστε να έχεις την πιο πιστή εικόνα του προβλήματος.
Ο εγωισμός στη δουλειά μας είναι απαράδεκτος, γιατί τον πληρώνουν και άλλοι, όχι μόνο εσύ. Όταν έχεις την ολοκληρωμένη εικόνα, η εταιρία ας το διαχειριστεί κατά το δοκούν. Δικό της είναι το μαγαζί και θα κάνει αυτό που θέλει ή αυτό που νομίζει σωστό.
Αυτό που εξήγησα λοιπόν για τον Πάουλο, τόσο στον πρόεδρο, όσο και στον προπονητή τον συγχωρεμένο τον Γιάννη τον Κυράστα, ήταν ότι χρειάζεται μεγαλύτερο χρόνο αποκατάστασης μετά από τα παιχνίδια, προσεκτική αγωνιστική διαχείριση και μπορεί να παίζει ένα παιχνίδι την εβδομάδα. Αργότερα όταν διαπιστώσαμε ότι θα μπορούσε να κάνει και δύο παιχνίδια όταν βρισκόταν σε μία συγκεκριμένη κατάσταση, το έκανε. Ο κανόνας όμως ήταν ένα παιχνίδι την εβδομάδα και ο προπονητής αποφάσιζε αν θα το κάνει στο Champions League ή στο πρωτάθλημα.
Θα σε γυρίσω με κλωτσιές!
Κάποιες φορές τον παίρναμε μαζί μας στο δεύτερο παιχνίδι, έστω στον πάγκο, γιατί ο Πάουλο ήταν μία τεράστια προσωπικότητα είπαμε και βοηθούσε με πολλούς τρόπους τους νεαρούς παίκτες που ήταν τότε στο ρόστερ. Θυμάμαι πριν από το παιχνίδι με τη Σάλκε, την 11η Σεπτεμβρίου, στην καθιερωμένη σύσκεψη που κάναμε, με ρωτάει ο Γιάννης “είσαι σίγουρος ότι θα παίξει;” και του λέω “ναι, είμαι σίγουρος”. Μου απαντά “αν δεν παίξει, θα σε γυρίσω με τις κλωτσιές μέχρι την Αθήνα”. “Του απάντησα αποφασιστικά “αναλαμβάνω το ρίσκο” κι εκεί τελείωσε η κουβέντα. Μέσα στο παιχνίδι έγιναν αλλαγή ο Κόλκα, ο Μικάελσεν, αλλά ο Σόουζα έπαιξε 90 λεπτά. Κι εγώ γύρισα με το αεροπλάνο…
Σιγά σιγά χτίζεται η σχέση εμπιστοσύνης με τον κάθε κόουτς. Και στην πορεία υπάρχουν γεγονότα που σφυρηλατούν αυτές τις σχέσεις. Και τότε μόνο συνεχίζουν να είναι πολύ καλές ακόμη κι όταν κάποιος από τους δύο φύγει από την ομάδα, όπως έγινε και στην περίπτωση του Γιάννη. Ο Γιάννης ήταν ένας πολύ έξυπνος άνθρωπος, που δεν καθόταν πάνω σε συμπεράσματα. Αξιολογούσε διαρκώς τα πράγματα, μέρα με τη μέρα”.
– Πόσα παιχνίδια έκανε ο Πάουλο Σόουζα;
“Κάναμε πολλά. Κάναμε 18-19 παιχνίδια μέχρι τις αρχές Δεκεμβρίου. Ήταν αν θυμάμαι 4-5 παιχνίδια πάνω από τον στόχο που είχε τεθεί, η εταιρία ήταν πολύ ευχαριστημένη, ο παίκτης ήταν χαρούμενος, όλα καλά. Όταν ο ποδοσφαιριστής βλέπει φως, πηγαίνει προς το φως. Δεν κάθεται στο τούνελ”.
– Και μ’ εκείνο το ποτήρι κρασί; Πώς ήρθαν όλα τούμπα για ένα ποτήρι κρασί;
“Αυτή είναι μια άλλη ιστορία στην οποία δεν θα ήθελα να αναφερθώ. Εκείνο το βράδυ προέκυψε ένα τεράστιο ηθικό θέμα για μένα και το ανέφερα εκεί που έπρεπε να το αναφέρω. Θα σου πω μόνο ότι σε κάθε παιχνίδι το κάναμε. Από την Πράγα που παίξαμε προκριματικά μέχρι και το παιχνίδι με τη Ρεάλ Μαδρίτης. Το βράδυ μετά το παιχνίδι όλοι οι παίκτες έπιναν ένα ποτήρι κρασί ή μπύρα. Δεν ήταν κάτι που έγινε για πρώτη φορά”.
– Από τη στιγμή που έφυγε, δεν συνέχισε για καιρό…
“Όλοι ξέραμε από τότε ότι ο Πάουλο είχε έναν συγκεκριμένο σκοπό. Και όσοι γνωρίζουν από ποδόσφαιρο στοιχημάτιζαν από τότε και το τελευταίο ευρώ στην τσέπη τους ότι θα γίνει ένας σπουδαίος προπονητής. Εξάλλου ήταν ένας καλός παίκτης-προπονητής μέσα στο γήπεδο.
Θα σας πω κάτι για να σας βοηθήσω να καταλάβετε μερικά πράγματα για το πως σκέφτονται οι προπονητές που είναι ανήσυχα πνεύματα, έχουν απαιτήσεις από τον εαυτό τους και ανεβάζουν διαρκώς τον πήχη των απαιτήσεων.
Ο Γιάννης ο Κυράστας είχε πολύ μεγάλη εμπιστοσύνη στον Παουλο Σόουζα και εκτιμούσε τις ποδοσφαιρικές του γνώσεις. Πολλές φορές, μετά την προπόνηση, όταν όλοι οι υπόλοιποι έφευγαν, μας φώναζε στο γραφείο του και με μένα μεταφραστή συζητούσαν επί παντός ποδοσφαιρικού επιστητού, χωρίς συγκεκριμένη αφορμή ή λόγο. Γιατί καταλάβαινε ότι είχε να κερδίσει από τις παραστάσεις και τις εμπειρίες του Πάουλο, ενώ και μια κουβέντα του μπορούσε να του προσφέρει μια διαφορετική οπτική ακόμη και σε θέμα που μπορεί να είχε κατασταλαγμένη άποψη.
Και μου έδιναν και οι δύο την εντύπωση, με το πάθος που αντάλλαζαν απόψεις, ότι απολάμβαναν πολύ αυτές τις συζητήσεις τους. Όπως κι εγώ δεν μπορώ να ξεχάσω όλα εκείνα τα βράδια στο Κοβερτσιάνο, με όλους εκείνους τους υπέροχους ανθρώπους που πέρασαν από κει δώδεκα ολόκληρα χρόνια. Εκείνα τα τραπέζια μετά το δείπνο, με τα ποτήρια να γίνονται παίκτες, τα μπουκάλια να γίνονται τέρματα και αναλύσεις επί αναλύσεων…”.
Ο Αλέφαντος, τα κεφτεδάκια και το πάθος για ποδόσφαιρο
– Να σου πω, αυτά τα έκανε ο Αλέφαντος χρόνια πίσω με τα κεφτεδάκια. Αυτή είναι σχολή προπονητικής. Έχεις κάνει και προπονητής;
“Κατ’ αρχάς να σου πω ότι από τα λίγα πράγματα που ξέρω για τον κ. Αλέφαντο, δεν μπορώ να μην θαυμάζω το πάθος του για το ποδόσφαιρο. Το τι σχολιάζει ο καθένας μετά από αυτό είναι υποκειμενικά πράγματα. Αλλά εγώ σέβομαι τους ανθρώπους που παθιάζονται με αυτό που αγαπούν.
Μία φορά τον γνώρισα από κοντά και ήταν πριν πολλά χρόνια στον Ηρακλή, όταν εκείνος ήταν προπονητής κι εγώ αθλητής και κάναμε ενδυνάμωση στο ίδιο γυμναστήριο με την ποδοσφαιρική ομάδα. Αλλά εκτιμώ και θαυμάζω τους ανθρώπους που αγαπούν παθιασμένα το ποδόσφαιρο. Μου το έχει δώσει αυτό ευχή και κατάρα ο Κάρλο Ματσόνε, που ήταν ένας πολύ μεγάλος δάσκαλος για μένα στην Ιταλία.
Τελοσπάντων, λέγαμε για το Κοβερτσιάνο. Το Κοβερτσιάνο είναι κέντρο προπονητικής υπό την αιγίδα της ιταλικής ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας. Εκεί ήμουν καθηγητής, στο αντικείμενό μου φυσικά, όχι στην αγωνιστική προπονητική, στα UEFA B’, UEFA Pro και των γυμναστών ποδοσφαίρου που μετά τα ΤΕΦΑΑ έρχονταν εκεί για 6 εβδομάδες για να πάρουν ειδικότητα γυμναστή ποδοσφαίρου”.
– Για το Κοβερτσιάνο μου έχει σπάσει το κεφάλι ο Βαγγέλης ο Βλάχος. Μου μίλαγε με τέτοιο δέος, που τον έπαιρνα στο… ψιλό πολλές φορές.
“Αν πατήσεις το πόδι σου εκεί, τότε θα καταλάβεις το δέος που ένιωθε ο Βαγγέλης. Τον Βαγγέλη, όπως και τον Χριστοδούλου -και ο Λούης εκεί φοίτησε προπονητική-, τους είχα φοιτητές. Μόλις περνάς την μεγάλη πύλη της σχολής που είναι μέσα στο πράσινο, μυρίζεις αμέσως ποδόσφαιρο. Η ατμόσφαιρα μυρίζει ποδόσφαιρο. Μιλάμε για την τεχνική βάση της ιταλικής ομοσπονδίας ποδοσφαίρου. Οι Ιταλοί ήταν οι πρώτοι που έφτιαξαν Σχολή ποδοσφαίρου, Ακαδημία ποδοσφαίρου. Μετά ακολούθησαν εκείνες στη Γαλλία και την Ισπανία.
Κάποια στιγμή μάλιστα, που ήταν υπεύθυνος της σχολής ο Σάντρο Ματσόλα είχε κάνει πρόταση στον Γιάννη τον Καλογερά, ο οποίος είχε τότε κάποια σχέση με τον Σύνδεσμο Ελλήνων Προπονητών, για να πηγαίνουν εκεί Έλληνες προπονητές και να έρχονται εδώ Ιταλοί καθηγητές, αλλά δεν κατάλαβα να προχώρησε το πράγμα, για λόγους που δεν ενδιαφέρθηκα να μάθω.
Κοίτα όμως ανθρώπους που δεν αντιμετώπισαν επιφυλακτικά, διστακτικά ή με επιπολαιότητα τέτοιες συνεργασίες, αξιοποίησαν τις διεθνείς ευκαιρίες που τους παρουσιάστηκαν και τις γνώσεις που τους προσφέρθηκαν, όπως για παράδειγμα οι Πορτογάλοι, έχουν σήμερα μία αξιοπρόσεκτη και ποιοτικά και αριθμητικά φουρνιά προπονητών, εντελώς δυσανάλογη με τον πληθυσμό τους που πρέπει να είναι και μικρότερος της Ελλάδας. Παράγει ταλέντα και έχει αναπτύξει μία εντυπωσιακή δυναμική, με προπονητές που αλληλοπριμοδοτούνται επαγγελματικά”.
– Με γυρνάς από δω, με γυρνάς από κει και ξεφεύγουμε από πράγματα με αμιγώς ελληνικό ενδιαφέρον. Μιλήσαμε για τον Πάουλο Σόουζα και θέλω και λίγο Μανολάκη Ολισαντέμπε. Ήταν η πιο χρονοβόρα περίπτωση, έτσι;
“Ήταν χρονοβόρα, γιατί επιλέχθηκε ο δρόμος να είναι χρονοβόρα. Ακολουθώντας μία συντηρητική αγωγή, ξέρεις ότι δεν δίνεις λύση στο πρόβλημα, απλά το μεταθέτεις. Ξέρεις ότι υπάρχει συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα και αργά ή γρήγορα θα γίνει η επέμβαση για την αποκατάσταση της χόνδρινης βλάβης. Και στην περίπτωση του Ολισαντέμπε, η διάρκεια των επιβαρύνσεων στο συγκεκριμένο γόνατο ήταν περιορισμένη.
Ο Ολισαντέμπε ήταν ένα κεφάλαιο για την ομάδα και έπρεπε να πάρεις το καλύτερο δυνατό, αλλά ταυτόχρονα ήταν ένας παίκτης από τον οποίο μπορούσε να ωφεληθεί και οικονομικά η ομάδα, ήταν μικρός σε ηλικία. Κι εγώ ακόμη πιστεύω ότι αν η περίπτωσή του είχε αντιμετωπιστεί διαφορετικά, χωρίς εγωισμούς και ιδεοληψίες, θα μπορούσε να είχε παίξει περισσότερα χρόνια ποδόσφαιρο και σε υψηλότερο επίπεδο. Τελοσπάντων, αρχικά επελέγη να προχωρήσουμε συντηρητικά και αυτό διήρκεσε περίπου δύο χρόνια”.
– Τώρα, συντηρητικά και δύο χρόνια είναι λίγο αντιφατικό.
“Η επιλογή γίνεται από την εταιρία, εφ’ όσον υπάρχει η σύμφωνη γνώμη του ποδοσφαιριστή. Και ο Εμάνουελ ήταν σύμφωνος. Και μην ξεχνάς ότι στο τέλος της πρώτης χρονιάς, ο Ολισαντέμπε ήταν σε πολύ καλή κατάσταση και στην εθνική Πολωνίας, πρώτος σκόρερ στον προκριματικό όμιλο κι εκεί πίστεψε ο Παναθηναϊκός ότι με τη συμμετοχή του στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Κορέας θα εκτοξεύσει την χρηματιστηριακή του αξία. Αλλά δυστυχώς η Πολωνία ήταν από τις απογοητεύσεις της διοργάνωσης. Και το Παγκόσμιο Κύπελλο είναι η καλύτερη βιτρίνα στο ποδόσφαιρο.
Ήρθε πίσω, η απόφαση ήταν να συνεχίσουμε τον τρόπο με τον οποίο το διαχειριστήκαμε την πρώτη χρονιά. Και αξιολογείς όλα τα δεδομένα, όπως είναι φυσικά και η επιβάρυνση που έχει σωρευτεί ήδη από την πρώτη χρονιά. Και την τρίτη χρονιά μπήκε στο χειρουργείο. Αποφασίστηκε να γίνει μ’ έναν συγκεκριμένο τρόπο και τα υπόλοιπα είναι ιστορία…”.
Το ρεκόρ του Καραγκούνη
– Σε θυμάμαι την εποχή επί Σάντος, μου φαίνεται στην Αυστρία…
“Στην Αυστρία, η μεγαλύτερη προετοιμασία που έκανα ποτέ μου…”.
– Και μας θυμάμαι σ’ ένα γηπεδάκι με την “καποέιρα” του Ρότζερ Σπράι και τους συνδυασμούς χορού και πολεμικών τεχνών υπό τους ήχους house μουσικής. Δεν λέω καλά περνάγαμε εμείς οι απ’ έξω, αλλά δεν μπορεί να πει το ίδιο και ο Καραγκούνης, τον οποίο είχες σ’ ένα άλλο γηπεδάκι από πίσω, μετά την εγχείρηση χιαστών που είχε κάνει…
“Στη συγκεκριμένη περίπτωση υπήρχε ένας συγκεκριμένος παίκτης. Γιώργος Καραγκούνης. Και είναι τεράστια χαρά να δουλεύεις μαζί του. Ο Γιώργος είναι ένα παιδί που όταν του εξηγείς κάποια πράγματα, τα καταλαβαίνει. Όταν τον βάζεις να κάνει δώδεκα χιλιάρια, ξέρει γιατί περνάει αυτή τη δοκιμασία. Με τον Γιώργο είχαμε κάνει μία συζήτηση πριν αρχίσουμε την αποκατάσταση και είχαμε βάλει στόχους. Ο Γιώργος ήθελε να παίξει ένα παιχνίδι με την εθνική ομάδα τον Σεπτέμβριο και έκανε τα πάντα για να φτάσει στον στόχο. Αλλά με πειθαρχία. Δεν πιέσαμε τα πράγματα σε κάτι. Όλα έρχονταν ως φυσική συνέπεια. Σαν να πηγαίνεις σ’ έναν δρόμο και είναι όλα τα φανάρια πράσινα.
Το κακό είναι ότι μετά κάποιοι προσπάθησαν να σπάσουν το… ρεκόρ του Γιώργου. Δεν υπάρχουν ρεκόρ στις αποκαταστάσεις. Ο κάθε παίκτης είναι διαφορετικός από τον άλλον. Το ότι έφτασε ο Γιώργος να κάνει επίσημο παιχνίδι σε 4 μήνες και 15 μέρες, δεν σημαίνει κάτι. Ήταν ο Γιώργος. Κάποιος άλλος μπορεί να χρειαστεί πέντε μήνες. Κάποιος άλλος έξι. Σημασία έχει να γίνει σωστά η δουλειά. Σημασία έχει ότι από τότε ο Γιώργος δεν παρουσίασε ποτέ πρόβλημα στο γόνατο. Κι έπαιζε μέχρι πολύ πρόσφατα.
Και σε όλη αυτή τη διάρκεια, δεν είχα καμία ενόχληση ούτε από τη διοίκηση, ούτε από τον προπονητή. Είχαν πλήρη γνώση για όσα εξελίσσονταν και είχα πλήρη ελευθερία να διαχειριστώ την κατάσταση. Αυτό είναι η σχέση εμπιστοσύνης ενός αρμονικού staff”.
– Βγάζουν από ικανοποιητικά έως και έναν σκασμό λεφτά, αλλά είναι και το συντομότερο σε διάρκεια “ζωής” επάγγελμα αυτό του αθλητή, έτσι;
“Ο αθλητής είναι μία συνεχής φθορά. Όπως ένα αγωνιστικό αυτοκίνητο. Μετά από πολλούς αγώνες το πετάς. Όσο σκληρό κι αν ακούγεται, αυτό είναι ο αθλητής: μία συνεχής φθορά. Φθορά στις αρθρώσεις, φθορά στους χόνδρους, φθορά στους τένοντες. Σε άλλους λιγότερο, σε άλλους περισσότερο. Μετά είναι και οι τραυματισμοί. Οι τραυματισμοί αφήνουν κουσούρια, μην νομίζεις. Και υπάρχουν και ακραίες καταστάσεις, που μετά από τόσα χρόνια και συσσωρευμένα προβλήματα, ενδεχομένως και αστοχίες, συνιστούν απειλή για τη σωματική υγεία. Παράδειγμα ο Μπατιστούτα. Θυμάμαι τα τελευταία δυο χρόνια που είχε πάει στο Κατάρ, είχε μαζί του ειδικό συνεργάτη που δούλευε μαζί του, Αλμπέρτο Αντορλίνι, για να μπορέσει να κάνει κάποια παιχνίδια. Μετά από ενάμιση χρόνο τα παράτησε και έφυγε. Σταμάτησε. Ήταν πλέον αδύνατον να γίνει ο,τιδήποτε”.
– Ήσουν κι εσύ εκεί, τρία χρόνια νομίζω…
“Τέσσερα. Τρία στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και ένα στη Σαουδική Αραβία”.
– Τι είναι τελικά αυτοί οι τύποι με τις κελεμπίες που μοιράζουν πετροδόλαρα;
“Επιστημονικά το έθεσες. Δεν μοιράζουν λεφτά με την έννοια που συνηθίσαμε να το λέμε. Το ότι έχουν μία οικονομική δυνατότητα να προσελκύσουν μεγάλα ονόματα και όχι πλέον στη δύση της καριέρας τους, δεν σημαίνει ότι πετάνε τα λεφτά τους. Θα φέρουν και τον 35άρη σταρ για λόγους που έχουν να κάνουν με το διεθνές και το εγχώριο ενδιαφέρον. Για να αγαπήσει περισσότερο ο κόσμος εκεί το ποδόσφαιρο μέσα από πραγματικούς καλλιτέχνες της μπάλας. Δημήτρη, αν δεν έπαιζε ο Παγκανίνι βιολί, πολύ λιγότεροι άνθρωποι θα το αγαπούσαν.
Από κει και πέρα, μην ξεχνάς ότι οι ξένοι στις Αραβικές χώρες, πλην του Κατάρ, είναι τέσσερις σε κάθε ομάδα, αυστηρά. Άρα θέλουν να παρουσιάσουν κάτι εξαιρετικό. Και ξαναλέω, πλέον όχι σε παρωχημένη ποδοσφαιρική ηλικία. Τα τελευταία χρόνια έχουν πάει πάρα πολύ καλοί παίκτες και σε καλή ηλικία.
Η Αλ Αχλί που έκανε πρόταση για τον Μπεργκ, τελικά πήρε τον Λίμα, έναν πολύ καλό Πορτογάλο, από την Μπενφίκα, που είναι αυτή τη στιγμή πρώτος σκόρερ στο πρωτάθλημα. Εγώ στην Αλ Αΐν είχα την πρώτη χρονιά τον Νάτσο Σκόκο. Είχα τον Ασαμόα Γιανγκ, είχα τον Ραντόι, παίκτες με παρουσία και στις εθνικές τους ομάδες. Έχεις την δυνατότητα να έχεις τρεις ποδοσφαιριστές απ’ όλο τον κόσμο κι έναν Ασιάτη. Κι ο Ασιάτης ήταν ο Γιασέρ Αλ Κουατανί, που τον είχα την προηγούμενη χρονιά στην Αλ Χιλάλ στη Σαουδική Αραβία, αρχηγός της εθνικής ομάδας.
Και δεν διστάζουν να απομακρύνουν έναν ποδοσφαιριστή που δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις. Στην Αλ Αΐν, την τρίτη χρονιά, πήραμε τον Μπαστός από τη Λιόν. Μετά από τρεις μήνες δεν είχε προσαρμοστεί, δεν προσέφερε αυτά που περίμεναν και αμέσως τον έδωσαν δανεικό στη Ρόμα. Μετά γύρισε στη Βραζιλία…”.
– Αυτός ο Μπαστός που έχει τώρα, είναι άλλος;
“Άλλος. Λοιπόν, παλαιότερα ναι, υπήρχε αυτή η νοοτροπία του “πάω, τα οικονομάω και φεύγω”. Πλέον και οι προπονητές πηγαίνουν εκεί με εντελώς διαφορετική φιλοσοφία. Όπως ο προπονητής που είχαμε στην Αλ Αΐν, ο Κοσμίν Ολαρόιου. Ήμασταν μαζί στην Στεάουα, πήραμε το πρωτάθλημα, φτάσαμε στους “4” του ΟΥΕΦΑ και μετά κατέβηκε εκεί και μέχρι σήμερα εκεί βρίσκεται. Πήγαμε πρώτα στη Σαουδική Αραβία στην Αλ Χιλάλ που έκανε το νταμπλ και την επομένη στην Αλ Αΐν στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Πολύ καλός προπονητής, με τεράστιο πάθος για το ποδόσφαιρο, συνεχίζει ακόμη εκεί και μάλιστα βρίσκεται στο Ντουμπάι και έχει φτάσει στον τελικό του Ασιατικού Τσάμπιονς Λιγκ.
Και μην νομίζεις ότι δεν υπάρχουν ταλέντα κι εκεί. Απλώς είναι πολύ δύσκολο για έναν Σεΐχη να δεχθεί ότι θα χάσει ένα ταλέντο που του πήρε χρόνια για να το παράξει σαν ομάδα. Τους δίνουν λοιπόν όσα όσα και πολύ απλά τους κρατούν εκεί”.
– Ενώ εσένα σε κέρδισε το όραμα του Νίκου του Νταμπίζα και γύρισες στον Παναθηναϊκό…
“Και δεν το μετανιώνω. Όπως την πρώτη φορά οι κύριοι Βαρδινογιάννης και Φιλιππίδης παντρεύτηκαν τη φιλοσοφία μου, έτσι κι εγώ παντρεύτηκα το όραμα του Νίκου και πήρα την απόφαση να επιστρέψω. Είναι ωραίο πράγμα να μοιράζεσαι οράματα, ακόμη κι αν κάποια φορά αισθάνεσαι ότι μπορεί και να αιθεροβατείς.
Και ο Νίκος είχε όραμα, είχε πρόγραμμα σε συγκεκριμένες βάσεις και ήθελε να φτιάξει κάτι καινούργιο και στέρεο. Και δεν νομίζω να υπάρχει άνθρωπος που να αμφισβητεί ότι είχε τεράστια συμβολή στο ότι ο Παναθηναϊκός παρέμεινε αγωνιστικά όρθιος σε πολύ δύσκολη χρονιά και κατέκτησε και το κύπελλο”.
– Τουλάχιστον κράτησες επαφή με τον πρόεδρο στα Εμιράτα;
“Με όλους τους ανθρώπους εκεί. Είναι άνθρωποι που σε σέβονται και οφείλεις να τους σέβεσαι. Δεν είναι κακομαθημένοι άνθρωποι που γεννήθηκαν πάμπλουτοι. Είναι άνθρωποι μορφωμένοι στα καλύτερα αμερικανικά και αγγλικά πανεπιστήμια, άνθρωποι που σε κοιτούν στα μάτια και σου μιλούν στον πληθυντικό. Και δεν μιλάω μόνο στη Αλ Χιλάλ ή στην Αλ Αΐν. Μου έγινε πρόταση να εργαστώ και στις εθνικές ομάδες. Και όταν ζητήθηκε η γνώμη μου, να προτείνω έναν Έλληνα τεχνικό, το έκανα. Το να γυρίσω τώρα εκεί, αφού επέστρεψα στην Ελλάδα, δεν είναι πια εύκολο και για οικογενειακούς λόγους”.
– Τελικά θα με αφήσεις με την απορία; Σας πρότειναν τον Εσιέν;
“Δεν υπάρχει περίπτωση να σου απαντήσω. Κοίταξε, μιλήσαμε για ποδοσφαιριστές που δεν αγωνίζονται πλέον, για να εξηγήσουμε κάποια πράγματα. Για ιατρικά θέματα με εν ενεργεία παίκτες δεν θα μιλήσω ποτέ. Ποτέ δεν το έκανα και ποτέ δεν θα το κάνω. Για μένα εκεί υπάρχει privacy”.
– Τώρα μου φέρνεις στο μυαλό όμως, την περίπτωση του Αλφάρο. Που για παράδειγμα ήταν μια ανάσα από τον Παναθηναϊκό και έγινε γνωστό ότι κόπηκε στα ιατρικά τεστ. Ή πιο πρόσφατα ακόμη η ιστορία του Γιώργου Σαμαρά με την Σαμπντόρια, αν δεν κάνω λάθος.
“Δεν βγάζουν οι ομάδες προς τα έξω τέτοιες ειδήσεις. Αν το κάνουν είναι τεράστιο λάθος. Οι ομάδες λένε ότι δεν θα γίνει τελικά η μεταγραφή και οι δημοσιογράφοι συμπεραίνουν ή ανακαλύπτουν τους λόγους. Δεν έχεις κανένα δικαίωμα να βγάζεις προς τα έξω τέτοια προβλήματα.
Και να σου πω και κάτι, δεν αλλάζω θέμα. Μπορείς κάλλιστα να υπογράψεις ένα δεσμευτικό χαρτί με τον ποδοσφαιριστή, ότι εφ’ όσον παρουσιάσει οποιοδήποτε πρόβλημα το οποίο ας πούμε ότι εντοπίστηκε στον έλεγχο, το συμβόλαιο λύεται με δική του υπαιτιότητα. Πολύ απλό είναι. Ξέρεις αν ο Αλφάρο και ο κάθε Αλφάρο είχε δεχτεί να υπογράψει τέτοιο χαρτί;”.
– Οι περισσότεροι παρακούμε τον γιατρό μας, σε θέματα που δεν θεωρούμε ανησυχητικά για την υγεία μας. Και σ’ αυτά που θεωρούμε σοβαρά ζητάμε και δεύτερη και τρίτη γνώμη. Συμβαίνει και με τους επαγγελματίες αυτό, έτσι;
“Αρκετές φορές. Το θέμα είναι ο βαθμός της παρασπονδίας. Είπα και πριν ότι η FIFA επιβάλλει στους συλλόγους την αποδοχή της επιθυμίας ενός ποδοσφαιριστή να έχει δεύτερη και τρίτη γνώμη από γιατρούς που εμπιστεύεται, όπως επίσης και την επιλογή του γιατρού που θα τον χειρουργήσει.
Προσωπικά δεν έχω αρνηθεί ποτέ σε ποδοσφαιριστή να επισκεφτεί γιατρό. Το αντίθετο μάλιστα. Του λέω “βεβαίως, πάμε μαζί όπου θες”. Το άσχημο είναι όταν συμβαίνει στα κρυφά. Και ο γιατρός ή ο φυσιοθεραπευτής που επισκέπτεται ο ποδοσφαιριστής εκτός ομάδας, συνειδητά ή εν αγνοία του για το πρόγραμμα αποκατάστασης που ακολουθεί ο ποδοσφαιριστής στον σύλλογό του, προβαίνει σε πρακτικές αντιφατικές ως προς αυτό. Και ξαφνικά σου παρουσιάζεται μία επιδείνωση από το… πουθενά και αρχίζεις και ψάχνεσαι!
Ο ποδοσφαιριστής θα πρέπει να καταλάβει ότι είσαι υπεύθυνος γι’ αυτόν και υπόλογος για τη σωματική του υγεία. Πολύ περισσότερο όταν δεν είναι καν περιουσιακό στοιχείο του συλλόγου που εργάζεσαι, αλλά αγωνίζεται για σένα ως δανεικός. Είχα ένα πολύ πρόσφατο παράδειγμα με ποδοσφαιριστή, για τον οποίο ενημέρωσα την ομάδα του για το πρόγραμμα αποθεραπείας και συνέστησα να τον δουν και αυτοί. Πήρε λοιπόν άδεια και επέστρεψε μετά από τρεις ημέρες. Δεν πήρα όμως feedback από την ομάδα και επικοινώνησα εκ νέου μαζί τους. Μου απάντησαν ότι δεν τους επισκέφτηκε ποτέ! Είχε πάει στην πατρίδα του, είδε έναν δικό του γιατρό και προφανώς το συνόδευσε και με ένα ολιγοήμερο διάλειμμα…”.
– Ε, κι εσύ τώρα, τον έδωσες στεγνά…
“Ομαδικώς εκτεθήκαμε. Δεν παίζουν με μεγάλους συλλόγους, γιατί τα βρίσκεις μπροστά σου”.
– Νίκο, σ’ ευχαριστώ. Σε δέκα χρόνια πάλι, εκτός κι αν γράψεις απομνημονεύματα…
“Λες; Κι εγώ ευχαριστώ”.