"Όχι ρε, δεν θα πεθάνουμε για τους αλήτες"

"Όχι ρε, δεν θα πεθάνουμε για τους αλήτες"

Πέρασαν κιόλας 11 χρόνια. Δεν είναι ένα, δύο, πέντε. Έν-τε-κα. Πολλά. Πάρα πολλά. Φτάνουν τα μισά και λιγότερα για να επουλωθεί κάθε είδους πληγή, να ασθενήσει κάθε θύμηση, να ατονήσει κάθε απώλεια. Έτσι συμβαίνει πάντα. Ή σχεδόν πάντα. Μετρημένες οι εξαιρέσεις και αυτού του νομοτελειακού κανόνα. Μία από αυτές είναι και ο Γιάννης Κυράστας.


(adsbygoogle = window.adsbygoogle || []).push({});

Η απουσία του είναι ακόμη αισθητή και η θύμησή του γίνεται ολοένα και πιο δυνατή. Δοκιμάστε σε οποιαδήποτε διαδικτυακή μηχανή αναζήτησης να πληκτρολογήσετε το όνομά του και θα εκπλαγείτε από τα εκατοντάδες δημοσιεύματα που μετρούν ένα προς ένα τα χρόνια της απώλειας. “Ένας χρόνος χωρίς τον Γιάννη Κυράστα”, “Δύο χρόνια χωρίς τον Γιάννη Κυράστα”, “Πες μου πως είναι ψέμα, πέντε χρόνια χωρίς τον Γιάννη”, “Παράγινε το αστείο… δέκα χρόνια χωρίς τον Γιάννη…”. Και φέτος έντεκα. Του χρόνου δώδεκα, να είμαστε καλά…

Ασύλληπτο παράσημο ζωής. Δεν είναι ο μόνος που έφυγε πρόωρα. Δεν είναι καν ο τελευταίος που έφυγε άδικα. Μόνο που είναι από τους ελάχιστους, που μνημονεύεται ως να μην είναι απών, ως να βρίσκεται και σήμερα και αύριο ανάμεσά μας. Ίσως γιατί και αυτοί ακόμη που ζήλεψαν παράφορα τα ποδοσφαιρικά επιτεύγματά του, στρατεύτηκαν δίπλα του στις άνισες μάχες που μπήκε με μαχητική ψυχή, με πνεύμα πολεμιστή.

Το πιστεύω βαθύτατα. Δεν ανήκει στην κατηγορία των ανθρώπων που μνημονεύεται με θαυμασμό για όσα πέτυχε. Ούτε από ενοχές για όσα του στέρησαν. Αποτελεί πολύ απλά φάρο έμπνευσης, παράδειγμα από το οποίο ο καθένας αντλεί δύναμη για την εκπλήρωση στόχων. Κι ας μην τα κατάφερε στις πιο ξεχωριστές. Γιατί ως προπονητής γέμισε βραβεία και διακρίσεις, αλλά δεν πήρε πρωτάθλημα. Γιατί ως ασθενής έκανε ένα αναπάντεχο επιστημονικά comeback, κόντρα σ’ αυτή την σπάνια κατάρα του Φουρνιέ, πριν υποταχθεί στο πεπρωμένο.

Οι θεωρητικοί του πολέμου πιστεύουν ότι “κανείς δεν πρέπει να αρχίζει έναν πόλεμο, όταν δεν είναι βέβαιος ότι θα τον κερδίσει”. Απλά ο Γιάννης δεν ήταν της θεωρίας. Και στην πράξη ήξερε ότι γεννήθηκε για να δίνει μάχες, με ακλόνητη πίστη ότι θα βγει νικητής κι ας υπήρχε και το ενδεχόμενο να χάσει. Κι ας γνώριζε ότι κάποιες ήταν προσχεδιασμένες, προσημειωμένες, προαποφασισμένες. Όπως κι αυτή που τον πήρε μακριά μας.

Υ.Γ.: Αντί επιλόγου, θα θυμίσω μία προσωπική ιστορία, ακριβώς γιατί μέσα της κρύβει μία φράση που αποτελούσε μότο ζωής για τον Γιάννη Κυράστα. Είναι ένα κείμενο που δημοσιεύτηκε το 2009, με αφορμή μία δήλωση του Κώστα Κατσουράνη, άρτι αφιχθέντα στην Παιανία, ότι δεν θυμόταν και πολλά πράγματα από το απόγευμα του 2000, που αντιμετώπισε τον Παναθηναϊκό του Γιάννη Κυράστα, ως παίκτης της Παναχαϊκής.


“Ένα απόγευμα που δεν θα ξεχάσω ποτέ”

Έχει δίκιο ο Κώστας Κατσουράνης. Έχουν περάσει και κοντά δέκα χρόνια από εκείνο το απόγευμα της 3ης Μαΐου του 2000, όταν ο καλύτερος Παναθηναϊκός της δεκαετίας, έχασε τον τίτλο από την μέγιστη διαιτητική αλητεία, ενός “φαντομά” του χώρου που άκουγε στο όνομα, Νίκου.

Με το πέρας του χρόνου η μνήμη ασθενεί και όντας εκείνο το απόγευμα πρωταγωνιστής των νικητών και όχι του Παναθηναϊκού, δικαιολογημένα δεν θυμάται πολλά.

Να σου θυμίσω λοιπόν μερικά Κώστα μου, γιατί εγώ εκείνο το απόγευμα δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Απεσταλμένος της εφημερίδας “SPORTIME” έζησα ένα από τα χειρότερα ποδοσφαιρικά εγκλήματα από καταβολής του ελληνικού ποδοσφαίρου. Ένα έγκλημα για το οποίο ουδείς τιμωρήθηκε ποτέ, Κώστα μου.

Κι αν δεν θυμάσαι και πολλά πράγματα από το παιχνίδι, δεν μπορεί, θα θυμάσαι σίγουρα το “πριμ τίτλου” που εισέπραξες από τον πρόεδρο Λουκόπουλο, που ως εκείνο το απόγευμα σας είχε απλήρωτους για δυόμιση μήνες.

Αλλά αυτό ήταν το λιγότερο Κώστα μου. Ο άνθρωπος κέρδισε το λαχείο παραμονές του αγώνα, τι να κάνουμε… Αυτός που κέρδισε μία θέση στην ποδοσφαιρική αιωνιότητα, ήταν εκείνος που από λάθος φορούσε μπλε φανέλα αντί κοκκινόμαυρης, προφανώς λόγω των καθηκόντων του στο συγκεκριμένο παιχνίδι να ανακόπτει διαρκώς την κυκλοφορία προς την περιοχή της Παναχαϊκής, δίκην τροχονόμου.

Τι να σου πρωτοθυμίσω Κώστα μου; Να σου θυμίσω ότι μέχρι το μισάωρο η Παναχαϊκή δεν έχει περάσει τη σέντρα και ο Παναθηναϊκός έχει δεχθεί πέντε (!) κίτρινες κάρτες; Ο Νικοπολίδης, ο Νασιόπουλος, ο Σιπνιέφσκι, ο Μπασινάς και ο Καραγκούνης είδαν την κίτρινη κάρτα πριν το 40′ και με τον Παναθηναϊκό εγκατεστημένο στην περιοχή των Πατρινών.

Να σου θυμίσω μέχρι ποιος πήρε κίτρινη κάρτα σ’ εκείνο το παιχνίδι Κώστα μου; Ο Βαζέχα ρε μάγκα! Δεν θυμάμαι άλλη κίτρινη στην καριέρα του… Και έβαλε τα κλάματα, για να ξεσπάσει πριν σκοτώσει άνθρωπο. Ο Βαζέχα ρε μάγκα!

Έξι επιθετικά φάουλ του είχε σφυρίξει ο τροχονόμος, εκτός από τα δύο ανύπαρκτα οφσάιντ με τα οποία τον είχε σταματήσει ο Μαυρόπουλος και το γκολ που του ακύρωσαν…

Κι όταν συνήλθε στα αποδυτήρια, το μόνο που θέλησε να ρωτήσει τον διαιτητή, ήταν “πώς θα αντικρίσεις τα παιδιά σου το βράδυ που θα γυρίσεις σπίτι σου;”… Ο Βαζέχα ρε μάγκα!

Να σου θυμίσω τον Μπασινά να βαράει τις γροθιές του στον μαντρότοιχο των αποδυτηρίων και τους Αποστολάκη, Κιάσσο να προσπαθούν να τον συνεφέρουν με χαστούκια;

Να σου θυμίσω τον Ασάνοβιτς που βημάτιζε μόνος του στο χορτάρι, μισή ώρα μετά το παιχνίδι, μ’ ένα μόνιμο χαμόγελο ζωγραφισμένο στο πρόσωπό του, θαρρείς κουσούρι από βαρύ εγκεφαλικό με όσα έζησε;

Τι να σου θυμίσω ρε Κώστα; Έχω βουρκώσει 2-3 φορές σε μεγάλες ευρωπαϊκές επιτυχίες, βλέποντας την υπερηφάνεια που πρόσφεραν αυτές στην ελληνική ομογένεια, αλλά εκείνο το βράδυ έκλαψα από θυμό.

Με αγκάλιασε ο Γιάννης ο Κυράστας μ’ ένα νευρικό γέλιο να συντροφεύει κάθε του λέξη. “Ηρέμησε ρε. Τι θα κάνουμε τώρα; Θα πεθάνουμε γι’ αυτούς τους αλήτες; Όχι ρε, δεν θα πεθάνουμε, θα πολεμήσουμε”…

Κάποτε έφυγε ο Γιάννης. Αλλά έφυγε ως πολεμιστής. Και τις μάχες του εκείνης της περιόδου ακόμη τις μνημονεύουμε, ως τις καλύτερες αναμνήσεις της δεκαετίας.

Εκείνο το βράδυ, με μία πινακίδα “Προς Αθήνα” όσο κι αυτό, το πούλμαν της ομάδας έφυγε για Τρίπολη, Κώστα μου. Κι από κοντά τα δύο δημοσιογραφικά αυτοκίνητα που το ακολουθούσαμε μέχρι να βγούμε στην εθνική. Χάθηκε η μπάλα. Αλλού γι’ αλλού Κώστα μου.

Γι’ αυτό σου λέω. Κάποια πράγματα δεν θα ξεχαστούν ποτέ. Και καλό θα είναι να τα θυμάσαι κι εσύ. Θα σου φανούν χρήσιμα, όταν κάποια στιγμή χρειαστείς να αντλήσεις δύναμη από κάπου για να εκπληρώσεις τους στόχους. Και να τους αφιερώσεις σ’ εκείνους που δεν τους άφησαν να γευτούν τους κόπους των προσπαθειών τους…”.

(adsbygoogle = window.adsbygoogle || []).push({});

(adsbygoogle = window.adsbygoogle || []).push({});

Πηγή: Contra

Συνδεθείτε στην ομάδα του Newspao.gr στο Viber Ακολουθείστε τo Newspao.gr στο Google News